σχετικά άρθρα
|
03.05.2010 04:26
Η επανάστα Κιργιζία.Το Κρεμλίνο και η μετασοβιετική Ένωση. Θανάσης ΑυγερινόςΑπό τις πρώτες κινήσεις της η Μόσχα φαίνεται να μην βιάζεται με το νέο καθεστώς, το οποίο μάλλον βιάζεται πολύ περισσότερο να προτείνει μέχρι και ρόλο «ειρηνευτικής δύναμης» στο ρωσικό στρατό. Ο Σαακασβίλι [Σ.Σ.: ο πρόεδρος της Γεωργίας] είναι πιο ευαίσθητος δείκτης των αλλαγών στην ατμόσφαιρα κι από τα καναρίνια των ανθρακωρύχων. Η αντιρωσική “αλλεργία” του τον βοηθά να ανιχνεύει αμέσως οτιδήποτε θα μπορούσε να είναι από γεωπολιτική άποψη καλό για τη Ρωσία και κακό για τον ίδιο, γι’ αυτό να τον προσέχεις…» μου απαντά εμμέσως –πλην σαφώς– καλά ενημερωμένος και πλατιά χαμογελαστός παράγοντας του Κρεμλίνου στην ερώτηση τι σημαίνει η αλλαγή εξουσίας στην Κιργιζία.
Δεν έχουν περάσει πολλές ώρες από το πρώτο σχόλιο του Γεωργιανού ηγέτη, ο οποίος, σύμφωνα με τις δηλώσεις της εκπροσώπου του, εκτιμά ότι «η Ρωσία προσπαθεί να διεξαγάγει γεωπολιτικά παιχνίδια στην πλάτη του λαού της Κιργιζίας» και δεν αμφιβάλλει ότι «τρίτες χώρες» είχαν εμπλακεί στις μαζικές λαϊκές διαδηλώσεις της περασμένης εβδομάδας, που οδήγησαν σε ένοπλη σύγκρουση με τις Αρχές, σε τουλάχιστον 81 νεκρούς και 1.600 τραυματίες και στην ανατροπή του προέδρου της χώρας Κουρμανμπέκ Μπακίεφ. Σε κάθε επόμενη ερώτηση ο συνομιλητής μου είναι όλο και πιο τυπικός και περιορίζεται στην κατηγορηματική άρνηση της ρωσικής κυβέρνησης ότι είχε οποιαδήποτε συμμετοχή στις ραγδαίες εξελίξεις ή ότι αυτές συνδέονται με κάποιον τρόπο με τη ρωσική πολιτική στην κορυφαίας στρατηγικής σημασίας περιοχή της Κεντρικής Ασίας. Αποφεύγει επίμονα να σχολιάσει ακόμη και τις τοποθετήσεις τού ανατραπέντος προέδρου, ο οποίος οχυρωμένος στο καταφύγιό του στο Νότο της πάμφτωχης Κιργιζίας απευθύνει εκκλήσεις για βοήθεια σε διεθνείς οργανώσεις, ζητά επί ματαίω την επέμβαση ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ και κάνει λόγο για «συστηματικά οργανωμένο σχέδιο», αποφεύγοντας να κατονομάσει, αλλά πάντως «φωτογραφίζοντας» τη Ρωσία. Ο αξιωματούχος του Κρεμλίνου δεν έδειξε να πτοείται ούτε όταν του θυμίζω την πρωτοφανή για τα ρωσικά ειωθότα επικριτική διάθεση που διακρινόταν στις πρώτες δηλώσεις του προέδρου Μεντβιέντεφ και του πρωθυπουργού Πούτιν, όταν ο μεν πρώτος μιλούσε για συσσώρευση «προφανώς μεγάλης οργής» στον πληθυσμό της Κιργιζίας και ο δεύτερος παρατηρούσε ότι ο Μπακίεφ είχε με παρόμοιο τρόπο, δηλαδή με τη λεγόμενη «επανάσταση της τουλίπας», ανατρέψει προ πενταετίας τον Ασκάρ Ακάεφ, κατηγορώντας τον για διαφθορά και νεποτισμό, αλλά «έπεσε στα ίδια λάθη». Για να είμαστε ειλικρινείς, οι δηλώσεις αυτές της ρωσικής ηγεσίας θυμίζουν κάτι από το καλοκαίρι του 2008, όταν η Μόσχα αποφάσιζε να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις στη Νότια Οσετία για να εκδιώξουν τον εισβολέα γεωργιανό στρατό και ίσως απ’ αυτή την άποψη να μην είναι καθόλου τυχαία η παραπομπή στον Μιχαήλ Σαακασβίλι, έναν ηγέτη στην πρώτη γραμμή της λίστας των φανατικών πολέμιων του Κρεμλίνου. Άλλωστε ο πόλεμος στην Οσετία ήταν αναμφίβολα ένα σημείο καμπής στην εξέλιξη του μετασοβιετικού χώρου: για πρώτη φορά 17 χρόνια μετά την αυτοδιάλυση της Σοβιετικής Ένωσης έρχονταν αντιμέτωπες στρατιωτικά η Ρωσία και κάποια πρώην σοβιετική Δημοκρατία, ενώ και η Μόσχα έδειχνε με την απόφασή της ότι υπάρχουν «κόκκινες γραμμές» πέραν των οποίων δεν μπορεί και δεν πρόκειται να υποχωρήσει. Πρόκειται για τη μεταβολή μιας πάγιας τακτικής, που περιοριζόταν έως τότε μόνο σε διπλωματικές διαμαρτυρίες και εξελίχθηκε σε εκτός ρωσικού εδάφους ένοπλη δράση, που ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσε μεγάλες διεθνείς αντιδράσεις. Για κάποιους αναλυτές από τότε αρχίζει μια νέα αρίθμηση στη ρωσική διεθνή πολιτική και διπλωματία και μια νέα συμπεριφορά του Κρεμλίνου στο μετασοβιετικό πεδίο, που επικυρώθηκε με την υπογραφή συμφωνιών «προστασίας» και με τις δύο αυτόνομες Δημοκρατίες, οι οποίες αποσχίστηκαν από τη Γεωργία, την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία και πέρασαν πλέον πλήρως στη ρωσική «σφαίρα επιρροής». «Παρακολουθούμε την υπόθεση από την πρώτη στιγμή ως σύμμαχοι και γείτονες και είναι φυσικό να ανησυχούμε και να επιθυμούμε την ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση της νομιμότητας και της τάξης», λέει ο συνομιλητής μου, επαναφέροντάς μας στα της Κιργιζίας, δηλαδή στην ως φαίνεται πιο πρόσφατη φιλορωσική εξέλιξη στη μετασοβιετική Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών (ΚΑΚ), που μοιάζει να παραπαίει, αλλά και διαρκώς να αναγεννάται από τις στάχτες της.
«Ειρηνικό διαζύγιο» Η Μόσχα δεν κρύβει ότι αντιλαμβανόταν τη δημιουργία της ΚΑΚ, πριν από 19 χρόνια, ως μηχανισμό «ειρηνικού διαζυγίου» για την ΕΣΣΔ και δείχνει πλέον να αποδίδει πολύ περισσότερο ενδιαφέρον σε οργανισμούς και σχηματισμούς όπως η Τελωνειακή Ένωση Ρωσίας, Ουκρανίας, Λευκορωσίας, Καζαχστάν ή το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας (ΣΣΑ) με τη συμμετοχή των περισσότερων πρώην σοβιετικών Δημοκρατιών στην Κεντρική Ασία. Με τον πόλεμο στη Νότια Οσετία ανατράπηκαν εν μέρει και για ένα τμήμα της Γεωργίας τα αποτελέσματα της «επανάστασης των ρόδων», που είχαν φέρει στην εξουσία το 2003 τον Μιχαήλ Σαακασβίλι. Με την ανάδειξη μιας «αντιπορτοκαλί» ηγεσίας υπό τον Βίκτορ Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία φαίνεται πως ανατρέπεται η πορεία της χώρας, που είχε ταυτιστεί με την «πορτοκαλί επανάσταση» του 2004, φέρνοντας ακόμη πιο κοντά την υπόθεση της Τελωνειακής Ένωσης, ένα σχέδιο από το οποίο απομακρύνθηκε το Κίεβο υπό τον Βίκτορ Γιούσενκο. Με την ανατροπή του Μπακίεφ, μοιάζει να αναθεωρούνται τα αποτελέσματα της «επανάστασης της τουλίπας» του 2005 και πολύ δύσκολα θα πιστέψει κανείς ότι για την αλυσίδα αυτών των εξελίξεων δεν εργάστηκε παντοιοτρόπως και το Κρεμλίνο, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι «έγχρωμες επαναστάσεις» στο μετασοβιετικό χώρο λειτούργησαν υπέρ των συμφερόντων της Ουάσιγκτον, υπηρεσίες της οποίας «φωτογραφήθηκαν» ως εμπνευστές και συντονιστές των «λαϊκών εξεγέρσεων». Αν αληθεύει το συμπέρασμα ότι η αλλαγή της Κιργιζίας αποτελεί ένα ακόμη κεφάλαιο στην ανάκαμψη των ρωσικών συμφερόντων στην ευρύτερη περιφέρεια της χώρας, τότε φαίνεται πως η Μόσχα και οι –ας τους ονομάσουμε– «πολιτικοί τεχνολόγοι» της πήραν το μάθημά τους και πλήρωσαν με το ίδιο νόμισμα την Ουάσιγκτον. Στην περίπτωση της Κιργιζίας, η επίσημη Ρωσία χρησιμοποίησε ως ορατούς «μοχλούς επίδρασης» μόνο τον πρωθυπουργό Βλαντιμίρ Πούτιν, τον πρώτο και μοναδικό ξένο ηγέτη που συνομίλησε τηλεφωνικά με τη «σιδηρά κυρία» του νέου καθεστώτος της Κιργιζίας Ρόζα Οτουνμπάεβα, και το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας, στο οποίο η Μόσχα προεδρεύει αυτή την περίοδο. Κατ’ εντολή του προέδρου Μεντβιέντεφ και συνοδευόμενος από μια αρκούντως ουδέτερη διατύπωση, ο αναπληρωτής γ.γ. του ΣΣΑ Βαλέρι Σεμέρικοφ απεστάλη στο Μπισκέκ για να συναντήσει τον υψηλού κύρους νέο υπουργό Άμυνας της χώρας Ισμαήλ Ισάκοφ, ο οποίος επανήλθε στο αξίωμα αυτό έχοντας πρώτα περάσει από τις φυλακές του καθεστώτος Μπακίεφ, από τις οποίες τον απελευθέρωσαν οι διαδηλωτές.
Η νέα κυβέρνηση «λαϊκής εμπιστοσύνης» Σε μια τοποθέτηση γεμάτη νόημα ο Ισάκοφ είπε ότι η χώρα του και η νέα κυβέρνηση «λαϊκής εμπιστοσύνης» έχουν αποφασίσει να «ισχυροποιήσουν τη συνεργασία της Κιργιζίας με το ΣΣΑ» και πολύ περισσότερο να τηρήσουν απαρέγκλιτα «όλες τις υποχρεώσεις, οι οποίες υπεγράφησαν και ελήφθησαν έως σήμερα από την Κιργιζία». Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται, γι’ αυτό και στις δημόσιες τοποθετήσεις δεν έγιναν άλλες υπενθυμίσεις στο ότι μια από τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει, αλλά δεν τήρησε ο ανατραπείς Μπακίεφ, έχοντας μάλιστα εισπράξει και τα ρωσικά οικονομικά «ανταλλάγματα», ήταν και το κλείσιμο της αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στο διεθνές αεροδρόμιο Μανάς, πολύτιμης για την επιχείρηση στο Αφγανιστάν. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν είχε πανηγυρίσει όταν πέτυχε τη συμφωνία αυτή με τον Μπακίεφ, ο οποίος κατά τις περισσότερες εκτιμήσεις «πληρώνει» σήμερα το τίμημα εκείνης της εξαπάτησης. Από τις πρώτες κινήσεις της, η Μόσχα φαίνεται να μην βιάζεται με το νέο καθεστώς, το οποίο μάλλον βιάζεται πολύ περισσότερο να προτείνει μέχρι και ρόλο «ειρηνευτικής δύναμης» στο ρωσικό στρατό, που σταθμεύει στην περιοχή, και να ζητήσει οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια. Στο πλευρό του Κρεμλίνου φαίνεται να βρίσκεται για το θέμα και ο πρόεδρος του Καζαχστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάεφ, ο οποίος απέστειλε στο Μπισκέκ αντιπροσωπεία του ΟΑΣΕ, όπου προεδρεύει το Καζαχστάν, προσφέροντας κατ’ αυτό τον τρόπο και μεγαλύτερη διεθνή αναγνώριση στη νέα κυβέρνηση. Στις αρχές της χρονιάς το αμερικανικό ίδρυμα Stratfor έκανε την εκτίμηση και τα «Επίκαιρα» έγραφαν στα μέσα Φεβρουαρίου ότι «η πολιτική της Ρωσίας έναντι των πρώην σοβιετικών Δημοκρατιών αποδίδει καρπούς τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα το 2009 η Μόσχα ενίσχυσε αισθητά τις θέσεις της στο λεγόμενο “μετασοβιετικό χώρο”, εκμεταλλευόμενη μάλιστα την “απορρόφηση” της Ουάσιγκτον σε συγκρούσεις όπως το Αφγανιστάν και το Ιράκ». Κατά τη γνώμη πολλών σχολιαστών της ρωσικής περιφέρειας, η Μόσχα επιταχύνει «τη μεθοδική τακτική των χαμηλών τόνων, που αποδείχθηκε πολύ πιο διεισδυτική και αποτελεσματική από τις μεγαλοστομίες και τις πολλές διακηρύξεις», γι’ αυτό και οι θέσεις της θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο το 2010 και προς πολλές κατευθύνσεις. Σε σημείο, που, κατά το Stratfor, θα επισφραγιστεί ότι «σφαίρα επιρροής της Μόσχας είναι το έδαφος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και οποιαδήποτε προσπάθεια να εμποδιστεί αυτή η διαδικασία θα απαιτεί κολοσσιαίες προσπάθειες, καθώς η Ρωσία θα αναγεννάται ως μια από τις κορυφαίες παγκόσμιες δυνάμεις».
short link:
|
Ποια είναι η γνώμη σας;