10.10.2010 16:29
Βυσσινόκηπος σε ύφος Μπρεχτ. Το κλασικό έργο του Αντον Τσέχοφ σε μία κάθε άλλο παρά κλασική παράσταση. Σπύρος Παγιατάκης

Αντον Τσέχοφ

O Bυσσινόκηπος
σκην.: Αδόλφος Σαπίρο
Θέατρο Τέχνης της Μόσχας


Τώρα πώς έγινε και η ρώσικη παράσταση του «Βυσσινόκηπου» από το θέατρο Τέχνης της Μόσχας (που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα) μου θύμισε την Αλέκα Παπαρήγα και τον Φώτη Κουβέλη είναι μια ολόκληρη ιστορία. Θα προσπαθήσω να την πω –από την αρχή– κι όσο πιο σύντομα γίνεται. Χονδρικά υπάρχουν δύο αντικρουόμενες απόψεις επάνω στη διδασκαλία του σύγχρονου θεάτρου. Από την μια μεριά υπάρχει –πάντα– ο Στανισλάβσκι, ο ιδρυτής του «Θεάτρου Τέχνης» στη Μόσχα, ο θεμελιωτής του ρεαλιστικού θεάτρου, και στην άλλη άκρη της τραμπάλας βρίσκεται ο Μπρεχτ ο οποίος υποστήριξε αυτό που ο ίδιος ονόμασε «επικό Θέατρο». Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο είδη είναι οι εξής:

• Ο Στανισλάβσκι, από τις αρχές κιόλας του 20ού αιώνα, επεδίωξε να παρουσιάσει στη σκηνή την «πραγματικότητα» όσο πιο κοντά στην «αληθινή ζωή» γινόταν. Ο ηθοποιός έπρεπε να υποδύεται καταστάσεις τις οποίες έχει νιώσει πάνω στο πετσί του. Κι όσο για τον θεατή, αυτός όφειλε να παρασύρεται από τον ρεαλισμό της παράστασης και να συμπάσχει. Υπάρχουν συνεχιστές της θεωρίας αυτής στις ΗΠΑ, με το Method Acting –όπως ήταν ο Λι Στράσμπεργκ και η Στέλα Αντλερ– που κυριαρχούν μέχρι σήμερα στο αμερικανικό θέατρο.

• Ο Μπρεχτ, από την άλλη μεριά, υποστήριζε πως το κοινό έπρεπε να κρίνει με το μυαλό, ορθολογιστικά και όχι με το συναίσθημα. Για να το πετύχει απέτρεπε με κάθε τρόπο τον ηθοποιό να ταυτιστεί με τον ρόλο του. Οσο γι’ αυτό που επεδίωκε ήταν ένα κοινό το οποίο θα ήταν σε θέση να κρίνει κι όχι να εγκρίνει τυφλά και προαποφασισμένα.

Για όποιον τώρα (όπως εγώ) πιστεύει πως ο Στανισλάβσκι αντιπροσωπεύει το ξεπερασμένο «παλιό», τη συντήρηση, το ντεμοντέ και ο Μπρεχτ τη θεατρική ανανέωση, ένα μυαλό που δουλεύει με οδηγό τη διαλεκτική και όχι το αποστεωμένο δόγμα, ο «Βυσσινόκηπος» που σκηνοθέτησε –πριν από έξι χρόνια– ο Αντολφ Σαπίρο, υπήρξε αποκαλυπτικός. Μέχρι τώρα το έργο ταυτιζόταν κυρίως με τον Στανισλάβσκι. Αυτή τη φορά η έντονη παρουσία ήταν του Μπρεχτ.

Μου ήρθε λοιπόν στο νου η Α. Παπαρήγα για την πρώτη περίπτωση. Και ο Φ. Κουβέλης για τη δεύτερη. Κι αυτό γιατί στην παράσταση έβλεπε κανείς ολοκάθαρα πώς ένα από τα πλέον «σκληρά» παραδοσιακά ιστορικά θεατρικά συγκροτήματα (φέτος στην 113η χρονιά της λειτουργίας του!) πέρασε δημιουργικά από τη συντήρηση στη ανανέωση.

Η –έντονα αντισυγκινησιακή– σκηνοθεσία του Ρώσου σκηνοθέτη ήταν ολοφάνερα πιο κοντά στον Μπρεχτ παρά στον Στανισλάβσκι. Να και μερικές χαρακτηριστικές λεπτομέρειες. Πρώτα απ’ όλα, επάνω στη σκηνή δεν υπήρξε κανένας «υποβλητικός» φωτισμός με τις γνωστές και πολυφορεμένες χρωματιστές ζελατίνες. Τα φώτα ήταν μονίμως άσπρα – ακριβώς όπως τα ήθελε και ο Μπρεχτ στο Μπερλίνερ Ανσάμπλ του.

Μετά, δεν υπήρξαν διόλου έντονες εκδηλώσεις συναισθημάτων για να συμπαρασύρουν τον θεατή σε οποιαδήποτε πάθη. Ακόμα και στη σκηνή που η κτηματίας Ρανέφσκαγια (η παγερά όμορφη Ρενάτα Λιτβίνοβα) θρηνεί το μοιραίο χάσιμο του κήπου της, ο σκηνοθέτης τη βάζει να κλαίει βουβά με την πλάτη στο κοινό. Παρεξηγημένο για ολόκληρες δεκαετίες (ακόμα κι εδώ σ’ εμάς) ως δακρύβρεκτο ψυχολογικό δράμα, ένα έργο το οποίο ο συγγραφέας του το υποτίτλισε ως «κωμωδία», τούτος ο αποστασιοποιημένος «Βυσσινόκηπος», ο οποίος βγαίνει στο σφυρί και δηλώνει την κοινωνική αλλαγή μιας εποχής, ήταν μία μοναδική εμπειρία. Ενα ολοκληρωτικά νέο έργο από ένα θέατρο από το οποίο θα περίμενε κανείς μια απαστράπτουσα μεν, πλην κλασική παράσταση.

Ομως, μόνο «κλασική» δεν ήταν! Η έλλειψη παραδοσιακών σκηνικών (λίγες μετακινούμενες αυλαίες οι οποίες έφεραν πάνω τους έναν σχηματοποιημένο Γλάρο, που είναι το σήμα κατατεθέν του θεάτρου στη Μόσχα), μια γυμνή περιστρεφόμενη σκηνή, μερικές καρέκλες και πάγκοι. Κανένα σκηνικό αντικείμενο, κι ένας λαμπερός φωτισμός που δεν έκρυβε το παραμικρό. Χαρακτηριστική ήταν επίσης και η παντελής απουσία «ηχητικών βοηθημάτων» (τζιτζίκια, γρύλλοι και παρόμοιες νατουραλιστικές αηδίες με τις οποίες συνήθιζαν να παραφορτώνουν τον Τσέχοφ ακόμα και στο ανατολικό μπλοκ στα χρόνια του σοσιαλιστικού ρεαλισμού) δικαίωσαν ιδεολογικά τον μαρξιστή Μπέρτολτ Μπρεχτ, που υποστήριζε ότι το θέατρο που κεντρίζει τη διαλεκτική σκέψη «είναι ένα όργανο στην επαναστατική πορείας της κοινωνίας». Οπως στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Πάντως απ’ ό,τι αντιλήφθηκα βγαίνοντας από το θέατρο Badminton όπου περισσότεροι από χίλιοι θεατές παρακολούθησαν την παράσταση που είδα, οι εντυπώσεις ήταν μοιρασμένες. Συνηθισμένη από τον καθημερινό τηλεοπτικό ρεαλισμό, μια μεγάλη μερίδα του κοινού ξενίστηκε από τόση «μπρεχτική αποξένωση» και έψαχνε για οποιαδήποτε επιβεβαίωση ρωτώντας την παρέα της για τις δικές τους εντυπώσεις. Ηταν μια παράσταση που άξιζε να τη δει κανείς, είτε μάθαινε οτιδήποτε είτε όχι.

 

πηγή: Καθημερινή

Λέξεις Κλειδιά: Bυσσινόκηπος,Τσέχοφ,έργο,Στανισλάβσκι,θέατρο,Τέχνης,Μόσχα