Σάββατο απόγευμα. Από το γραφείο του καλλιτεχνικού διευθυντή Θόδωρου Κουρεντζή στο Θέατρο του Νοβοσιμπίρσκ βγαίνουν πέντε Γάλλοι δημοσιογράφοι, ανάμεσά τους και ο διευθυντής του γαλλικού καναλιού ΑΡΤ, δύο Γερμανοί και ένας Βρετανός.
Ολοι τους έφτασαν στο μέσο του πουθενά στη Σιβηρία, για να παρακολουθήσουν την πρεμιέρα του «Μάκβεθ» που αποτελεί συμπαραγωγή του Θεάτρου του Νοβοσιμπίρσκ και της Οπερας της Βαστίλλης. Τη σκυτάλη πήραμε εμείς, ανακρίνοντας επί δύο ώρες τον συμπατριώτη μας.
— Θα μας μιλήσετε για τον «Μάκβεθ»;
— Είναι ένα έργο ιδιαίτερα δύσκολο για να του βγάλεις τα στερεότυπα του παρελθόντος, τις στάμπες του 20ού αιώνα. Αυτή ήταν η μεγάλη μας αγωνία, να προσπαθήσουμε να βρούμε το αυθεντικό κείμενο, μετά τις διορθώσεις που είχε κάνει ο Βέρντι. Εμείς επιχειρήσαμε να προσεγγίσουμε τον Βέρντι στις πρόβες του, τον Βέρντι στη διδασκαλία αυτού του έργου. Δεν είναι τυχαίο ότι έκανε 150 πρόβες μόνο για το ντουέτο, αναζητώντας ψιθυριστές και σπηλαιώδεις φωνές. Σήμερα όλοι προσπαθούν να τραγουδήσουν μελοδραματικά, με αποτέλεσμα να χάνουν τη δραματικότητα που έχει το έργο στα χρώματα της φωνής. Το ίδιο συμβαίνει με την ορχήστρα. Η σωστή χρήση του βιμπράτο, η σωστή ανάλυση είναι αυτό που δίνει τη δραματικότητα στο έργο.
— Τις φωνές τις βρήκατε;
— Ο ιδανικός Μάκβεθ γι’ αυτό το παιγνίδι των χρωμάτων είναι ο Δημήτρης Τηλιακός, γι’ αυτό και τον προσκάλεσα. Δεν είναι ο γνωστός μαύρος βαρύτονος Μάκβεθ που τραγουδάει κλασικά. Πρόκειται για έναν άνθρωπο διχασμένο. Ο διχασμός έρχεται μέσα από μια πολυχρωμία που διαθέτει ο Δημήτρης. Η Λαίδη Μάκβεθ είναι επιλογή του σκηνοθέτη. Η Λαρίσα Γκογκολέφσκαγια, δραματική σοπράνο του Θεάτρου Μαριίνσκι, δεν είναι η τραγουδίστρια του δικού μου γούστου. Ολοι θεωρούν πως η Λαίδη Μάκβεθ πρέπει να είναι μια σοπράνο που να ουρλιάζει συνεχώς, πράγμα που δεν ισχύει. Ο Ντμίτρι Τσερνιακόφ είναι ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του κόσμου στην όπερα. Η σκηνοθεσία του από μόνη της είναι έργο τέχνης και προτείνει πάρα πολλές λύσεις στο έργο.
— Οσες φορές μου μιλούσατε για το θέατρο, θεωρούσα πως ήσαστε λίγο υπερβολικός, μέχρι τη στιγμή που πέρασα το κατώφλι του.
— Είναι από τους ελάχιστους ελεύθερους χώρους στις τέχνες στον κόσμο. Εδώ μπορείς να πλάσεις τα πάντα χωρίς νόμους, χωρίς συνδικαλιστικούς φραγμούς. Με ανθρώπους οι οποίοι διψάνε για τέχνη και με τις σχέσεις μας να είναι πολύ απλές σχέσεις.
«Εδώ η τέχνη μάς καίει»
— Γιατί είστε τόσο αγαπητός, από τους μουσικούς μέχρι τη μαγείρισσα και τον φύλακα του θεάτρου;
— Σε άλλα θέατρα το γραφείο του αρχιμουσικού είναι άβατο. Στο δικό μου η πόρτα είναι πάντα ανοιχτή. Εδώ μαζεύονται οι μουσικοί και όποιος άλλος θέλει και συζητάμε τα πάντα. Χθες, για παράδειγμα, ήρθαν τα παιδιά από το μπαλέτο στις 5 το πρωί για να μας ευχαριστήσουν για τον Μάκβεθ που παρακολούθησαν, μας χόρεψαν συγκλονιστικά μοντέρνες χορογραφίες. Αυτά δεν τα βρίσκεις πουθενά. Παντού όλα είναι αποστειρωμένα και επαγγελματικά. Εδώ η τέχνη καίει τους ανθρώπους.
— Η ιστορία του θεάτρου;
— Στον πόλεμο εδώ ήταν ο Σοστακόβιτς, ο Μραβίνσκι, η Φιλαρμονική του Λένινγκραντ. Εδώ παίχτηκε η 7η συμφωνία του Σοστακόβιτς πριν παιχτεί στο Λένινγκραντ. Παράλληλα εδώ στη διάρκεια του πολέμου είχαν μεταφερθεί όλα τα εκθέματα των κεντρικών μουσείων της Μόσχας για να σωθούν στην περίπτωση που οι Γερμανοί θα έμπαιναν στην πόλη.
Να πετούσαν οι Ελληνες τις τηλεοράσεις τους
— Πώς σχολιάζετε τα πρόσφατα γεγονότα στην Ελλάδα;
— Θα ήθελα να ήμουν στο πλευρό τους. Οπως όλα τα κράτη, έτσι και το ελληνικό πρέπει κάποια στιγμή να τιμωρείται. Σήμερα τιμωρείται το κράτος και μέσω αυτού και η αμερικανική πολιτική που επιθυμεί να επικρατήσει μέχρι το DNA της ανθρωπότητας και να μας διαφθείρει με όλους τους τρόπους. Αυτό έχει επιφέρει πολλές καταστροφές στην Ελλάδα. Κοιτάξτε την ελληνική τηλεόραση πώς έχει γίνει. Είναι ένα αίσχος. Ολη η υποκουλτούρα έχει ευνοηθεί απίστευτα, πράγμα που ήταν και ο βασικός στόχος, δηλαδή η διάβρωση του ελληνισμού. Η αδέσμευτη τηλεόραση που υποτίθεται πως προσφέρει ελευθερία σε έναν βαθμό, είναι η κύρια αιτία της πνευματικής μας καταβαράθρωσης. Καταλαβαίνω την οργή να βγεις και να σπάσεις όλες τις τράπεζες, μόνο που τα παιδιά πρέπει να είναι προσεκτικά και να μην καίνε τα μικρά μαγαζιά. Αν θες από οργή να σπάσεις την περιουσία ενός μικροαστού, το δέχομαι ως ιδεολογία, με την προϋπόθεση όμως να βάλεις πρώτα φωτιά στο δικό σου σπίτι. Οσο για τις καπιταλιστικές περιουσίες, που είναι φτιαγμένες από τις κλοπές και την εκμετάλλευση, δεν με απασχολεί καθόλου. Πιο ουσιαστικό από το να σπάνε βιτρίνες θα ήταν να πετούσαν όλοι οι Ελληνες μια συγκεκριμένη ώρα τις τηλεοράσεις τους από το παράθυρο. Το πιο λυπηρό για εμένα είναι πως πολλοί από αυτούς που βγαίνουν και φωνάζουν, αύριο θα ψηφίσουν τους ίδιους.
— Υπάρχει ιδανική κοινωνία;
— Στο Αγιον Ορος...
— Είδατε όμως και εκεί τι έγινε;
— Οποιος θέλει να πάει στα σκ...ά, ακόμα και στον παράδεισο να τον βάλεις, σε αυτά θα πάει. Οποιος θέλει να πάει στο λουλούδι, θα πάει στο λουλούδι. Είναι άδικο να στιγματίζεται ολόκληρο Αγιον Ορος από ελάχιστους ανθρώπους.
— Θεωρείς πως ο Ελληνισμός επιζεί;
— Μόνο στην εκκλησία και σε απομονωμένα νησιά και χωριά.
— Σας ενόχλησε το πανό στον Παρθενώνα;
— Οχι, αλλά θα ήθελα να μάθω πέραν του συνθήματος «αντίσταση», τι άλλο προτείνει ο Συνασπισμός. Επί της ουσίας, όλοι οι Νεοέλληνες έχουν καταπατήσει τα ιερά και τα όσια. Π.χ. τη γλώσσα. Τι είναι ο Ελληνισμός; Το να δακρύζουμε στις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων; Ο ελληνισμός έχει άλλο ήθος. Δεν έχει να κάνει με αυτόν τον λουτροκαμπινέ του πολιτισμού. Ας πάρουμε το Ελληνικό Φεστιβάλ, για παράδειγμα: ο Λούκος το μεταμόρφωσε, του έδωσε μία νέα ποιοτική διάσταση, αλλά ο κόσμος δεν πηγαίνει. Προτιμάει να βλέπει τηλεόραση και να ακούει κακή μουσική.
— Προσφάτως ο Ρώσος πρόεδρος αποφάσισε να σας απονείμει το ανώτατο παράσημο για την προσφορά σας στη διάδοση του ρωσικού πολιτισμού. Θέλετε να πειτε κάτι;
— Τίποτα. Χαίρομαι που οι άνθρωποι βλέπουν πως έκανα πολλή και καλή δουλειά.
— Δηλώσατε σε ρωσική εφημερίδα ότι δεν αποδέχεστε τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό;
— Δεν έχω απολύτως καμία σχέση με τη νεοελληνική καθημερινή κουλτούρα συμπεριφοράς του σήμερα. Δεν εννοώ τον Σαχτούρη, τον Ελύτη, το Σινόπουλο, τον Εμπειρίκο, τον Εγγονόπουλο, τον Τερζόπουλο, τον Απέργη, τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον Λαζαρίδη ή τον Λούκο. Για εμένα αυτός είναι ο ελληνικός πολιτισμός. Αυτός που είναι αντάξιος και που αρμόζει στην Ελλάδα. Αν ορίσουμε ως πολιτισμό αποκλειστικά την τέχνη που προωθείται σήμερα στον τόπο μας ως ρεύμα, αυτό εμένα δεν με αφορά και όντως δεν μπορώ να αποτελώ μέρος του. Από την Ελλάδα δεν λείπουν τα ταλέντα, αλλά τα συστήματα ανάδειξης των ποιοτικών θεαμάτων και ο κόσμος που θα συμμετέχει σε αυτά. Αν θα έπρεπε να αλλάξει κάτι η Ελλάδα, αυτό θα ήταν οι νοοτροπίες. Κάποιοι βγαίνουν στις εφημερίδες και ψάχνοντας να πιαστούν από τις λέξεις σε παρουσιάζουν σώνει και καλά ως ανθέλληνα! Τι να πω; Που γράφουν ότι παίζω σε πορνογραφικό σίριαλ; Είναι σημεία των καιρών, τα διαβάζω και διασκεδάζω...
Ιnfo
-Η όπερα του Βέρντι «Μάκβεθ» θα παρουσιαστεί στις 4 Απριλίου στην Οπερα της Βαστίλλης, στο Παρίσι.