29.03.2009 11:20
Χορεύοντας οφείλεις να αγαπάς τον θεατή. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου Στανισλάφσκι, Σεργκέι Φίλιν, θυμάται τα πρώτα του βήματα στη σκηνή. Αχιλλέας Πατσούκας

Ασχολήθηκε με τον χορό, επειδή όπως λέει, τον «εξαπάτησε» η μητέρα του. Ο Σεργκέι Φίλιν, καλλιτεχνικός διευθυντής του Μπαλέτου Στανισλάφσκι, και επί πολλά χρόνια πρώτος χορευτής του Θεάτρου Μπολσόι, θα βρίσκεται σε λίγες ημέρες στην Αθήνα, με την παράσταση - υπερπαραγωγή «Δον Κιχώτης» του θέατρου Στανισλάφσκι (φέτος γιορτάζει 90 χρόνια ζωής) που θα φιλοξενηθεί από τις 3 έως και τις 12 Απριλίου στο θέατρο Μπάντμιντον.

 

Λίγο πριν αναχωρήσει από τη Μόσχα, ο σπουδαίος αυτός χορευτής αποκάλυψε στην «Κ» πως μέσα από μια σύμπτωση βρέθηκε στον χώρο του μπαλέτου, θυμάται τον πολύ άσχημο τραυματισμό που είχε στη σκηνή, και διηγείται με χιούμορ τις ερωτικές του περιπέτειες με μερικές από τις διασημότερες μπαλαρίνες όλων των εποχών.

– Οπως διάβασα η πρώτη σας επαφή με τον χορό ήταν στα επτά σας χρόνια. Πώς προέκυψε;

– Με εξαπάτηση. Ενα καλοκαίρι με πήρε η μητέρα μου και με πήγε σε ένα μεγάλο αθλητικό κέντρο για να μάθω κολύμβηση. Η πισίνα όμως ήταν κλειστή λόγω συντήρησης. Μπροστά στην απογοήτευσή μου η μητέρα μου σκαρφίστηκε ένα τέχνασμα για να ασχοληθώ με κάτι εξωσχολικό. Μου είπε λοιπόν, πως «πριν γραφτούν τα παιδάκια στην κολύμβηση, πρέπει να μάθουν να χορεύουν». Εγώ που πάντα την άκουγα και την πίστευα, πήγα εκεί και είδα τα άλλα παιδιά που χόρευαν. Το πρώτο πράγμα που πρόσεξα ήταν πόσο άσχημα το κάνουν. Υστερα από δύο χρόνια έγιναν οι εξετάσεις όπου η μητέρα μου πάλι κατά το ήμισυ με «εξαπάτησε».

– Με ποιον τρόπο;

– «Δεν έχουμε κάποιον γνωστό να βοηθήσει, Ολυμπιακούς Αγώνες (Μόσχα 1980) έχουμε, αποκλείεται να σε περάσουν. Θα σε κόψουν και αμέσως θα φύγουμε για μπάνια». Οι εξετάσεις κράτησαν τρεις ημέρες. Την πρώτη από τα 32 παιδιά πήραν εμένα. Οι δεύτερες εξετάσεις ήταν ιατρικές. Εκεί έπαιξα θέατρο.

Επαιξα «θέατρο»

– Δηλαδή;

– Μου έδειχνε ο οφθαλμίατρος έναν αριθμό και του έλεγα άλλον, με ρώταγε κάτι ο ωτορινολαρυγγολόγος και εγώ άλλο άκουγα. Τρομοκρατημένοι έσπευσαν στη μητέρα μου λέγοντάς της «κυρία μου το παιδί σας έχει σοβαρό ιατρικό πρόβλημα», για να λάβουν την απάντηση ότι τους κορόιδευα για να κοπώ. Περνώντας και αυτή τη δοκιμασία ήλθε η τελική και δυσκολότερη εξέταση. Καθόμουνα σε μια γωνιά και έβλεπα τα άλλα παιδιά να χορεύουν σαν στρατιωτάκια, χωρίς καμία χάρη. Στην άσχημη θέα δεν άντεξα, ανέβηκα στη σκηνή και χόρεψα, με αποτέλεσμα να περάσω μόνο εγώ στη σχολή.

– Τι ήταν αυτό που στη συνέχεια σας έκανε να συνεχίσετε;

– Η αίσθηση του ανταγωνισμού. Ως παιδί ήθελα να είμαι ο καλύτερος. Παράλληλα ξεκινήσαμε να ταξιδεύουμε σε τουρνέ. Η γνωριμία μου με νέους, ταλαντούχους ανθρώπους, πόλεις και πολιτισμούς με μαγνήτισε.

– Πέραν της πνευματικής κούρασης, ένα στοιχείο που κάνει το μπαλέτο να ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες τέχνες είναι και η κόπωση. Θα μας μιλήσετε γι’ αυτή την παράμετρο;

– Η δουλειά αυτή είναι σατανικά εξοντωτική. Στο μπαλέτο φορτίζονται 100% όλες οι αισθήσεις. Το μυαλό, η ψυχή και το σώμα. Οταν μαθαίνουμε μια νέα χορογραφία επιφορτίζεται το μυαλό. Οταν χορεύεις σε μια παράσταση οι μύες έχοντας μνήμες θυμούνται τα πάντα με αποτέλεσμα το σώμα να κουράζεται απίστευτα. Το υψηλότερο όμως στοίχημα σε αυτή τη τέχνη είναι η κούραση να μην φαίνεται στον θεατή. Ο,τι διαδραματίζεται μέσα σου στη διάρκεια του χορού δεν πρέπει ουδείς να τα αντιλαμβάνεται. Αυτό πιστεύω πως είναι χαρακτηριστικό της ρωσικής και της σοβιετικής σχολής.

Δύο είδη χορευτών

– Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει έναν καλό χορευτή, από έναν σπουδαίο χορευτή;

– Υπάρχουν δύο είδη χορευτών. Ο ένας είναι πολύ καλός, έχει άριστη τεχνική, απίστευτες δυνατότητες, αλλά δεν έχει καρδιά και είναι ψυχρός. Γνωρίζοντας ότι διαθέτει καλά προσόντα και χαρίσματα βγαίνοντας στη σκηνή το σώμα του είναι πολύ ωραίο και αρχίζει να το δείχνει στον κόσμο, αποδεικνύοντας πως αυτός είναι ο στόχος του, ότι μπορεί να κάνει αυτή τη δουλειά, επιθυμώντας να «με κάνει να πιστέψω πως είναι ο καλός». Υπάρχει και ο άλλος. Που δεν με υποχρεώνει να πιστέψω πως είναι καλός. Δεν το βλέπει σαν δουλειά, αλλά το ζει και το βιώνει. Βγαίνοντας οι δυο τους στη σκηνή ο ένας θέλει πολύ να πετύχει τον στόχο, ενώ ο άλλος τον ζει. Τότε οι κινήσεις του γεννιούνται όχι επειδή θέλει αυτός να είναι ωραίες, αλλά επειδή είναι όμορφη η ζωή του. Είναι μέσα στη ζωή του αυτή κίνηση. Ο Θεός του έδωσε κάτι παραπάνω από τον πρώτο: την καρδιά! Οταν βγαίνει στη σκηνή και αρχίζει να χορεύει ο κόσμος δεν μπορεί να ανασάνει να τραβήξει το βλέμμα του από αυτόν. Αυτός είναι ο πραγματικός χορός. Πάνω στη σκηνή πρέπει να υπάρχουν τρία πράγματα: ομορφιά, αγάπη και αισθησιασμός. Ο ηθοποιός πρέπει να είναι αισθησιακός, πρέπει να ελκυστικός. Ο θεατής πρέπει να τον ερωτευτεί. Η ομορφιά δεν πρέπει να είναι σωματική, πρέπει να γεννιέται στη σκηνή, ανεξάρτητα από το πώς είσαι εσύ και το πρόσωπό σου. Και αγάπη! Χορεύοντας οφείλεις να αγαπάς τον θεατή.

Ερωτευμένος με τις παρτενέρ του

– Σε μια συνέντευξη η Σβετλάνα Ζαχάροβα μού είχε παρομοιάσει το μπαλέτο ως την τέχνη της ομορφιάς. Σας ενοχλεί πως η Μάγια Πλισέτσκαγια αν και σε προχωρημένη ηλικία εξακολουθεί να χορεύει;

– Ο καθένας πρέπει να φεύγει από αυτή τη δουλεία τη στιγμή που πρέπει και όχι όταν όλοι λένε «φύγε επιτέλους». Στο τέλος θα σε θυμούνται ως γραφικό. Αν όμως ο κόσμος θέλει να τη βλέπει, αυτό είναι αποδεκτό. Σίγουρα πάντως δεν πρέπει να γίνεσαι φαιδρός και να χορεύεις ό,τι χόρευες πριν από 50 χρόνια. Τουλάχιστον η Πλισέτσκαγια δεν χορεύει τη Λίμνη των Κύκνων (γέλια).

– Εχετε ερωτευτεί ντάμα σας;

– Συνέχεια (γέλια). Γενικός είμαι αρκετά ερωτιάρης και πάντα προσπαθούσα να διαλέγω όμορφες παρτενέρ με αποτέλεσμα να μην μπορώ να με ελέγξω. Με ρωτούσαν «γιατί χορεύεις με αυτή και όχι με την άλλη;». Πρέπει να είσαι ερωτευμένος με την παρτενέρ σου.

– Η πιο ερωτική;

– Πολλές. Μία απ’ αυτές ήταν η Γκαλίνα Στεπανένκο. Οταν ήταν νέα αδυνατούσα να φανταστώ πως υπάρχει περισσότερο ερωτική γυναίκα. Επίσης, η Ντιάνα Βισνιόβα (πρίμα Μαρίινσκι).

– Η Σβετλάνα Ζαχάροβα (πρίμα Μπολσόι);

– Πολύ καλή και πολύ όμορφη αλλά εγώ δεν αισθάνθηκα τίποτα. Ηταν απλά δουλειά. Αφήστε που μια φορά μου έσπασε και τα νεύρα (γέλια). Στις πρόβες υπήρχε μια σκηνή που ενώ έπρεπε να φιληθούμε αυτή με ρωτούσε πώς είναι η απόσταση των ποδιών της.

«Χόρευα για μία ώρα με σπασμένο πόδι»

–Το 2004 είχατε έναν σοβαρό τραυματισμό στη σκηνή του Μπολσόι. Θα μας πείτε πόσο σας στοίχισε, αλλά και πώς τον ξεπεράσατε;

– Σε μια σκηνή έσπασα το πόδι μου. Αντί να σταματήσω, χόρεψα για άλλη μία ώρα με ένα πόδι. Οντας σπασμένο, έσπασε και σε δεύτερο σημείο με αποτέλεσμα το ενδιάμεσο κοκαλάκι να φύγει. Πέραν του σωματικού και ο ψυχολογικός τραυματισμός ήταν επώδυνος. Μου πήρε μισό χρόνο για να επανέλθω. Καθημερινά δούλευα 11 ώρες. Με ασκήσεις και βάρη που αφορούσαν και το υπόλοιπο σώμα, καθώς δεν έπρεπε χαθεί η ισορροπία των μυών. Εχοντας έναν φυσιοθεραπευτή δίπλα μου, άρχισα κυριολεκτικά να μαθαίνω να περπατάω από την αρχή. Σαν παιδάκι. Παράλληλα, έκανα και ιδιόμορφη γυμναστική ξεχιονίζοντας την ντάτσα μου ή κόβοντας ξύλα. Η θεία στιγμή ήλθε όταν χόρεψα πάλι. Και όταν λέω χόρεψα, δεν εννοώ πως κουνούσα τα χέρια μου. Χόρεψα στον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» κανονικά.

 

πηγή: Η Καθημερινή

Λέξεις Κλειδιά: Στανισλάφσκι,παράσταση,διευθυντής,Φίλιν,συνέντευξη,Ζαχάροβα