Το καλοκαίρι του 2010 ήταν ένα από τα δυσκολότερα των τελευταίων δεκαετιών για τη Ρωσία, εξαιτίας του καύσωνα που έπληξε τη χώρα και ο οποίος προκάλεσε εκτεταμένη ξηρασία και μεγάλες πυρκαγιές. Αφού πέρασε η ακραία αυτή η κατάσταση, η κυβέρνηση και οι πολίτες της χώρας μετρούν πλέον το κόστος και τις επιπτώσεις.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Αντρέι Κλέπαχ, δήλωσε ότι ο καύσωνας, η ξηρασία και οι πυρκαγιές θα περιορίσουν την οικονομική ανάπτυξη κατά 0,8%. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 313 δισ. ρούβλια ή 10,1 δισ. δολάρια, ωστόσο η μείωση είναι μικρότερη από αυτή που προβλέπουν οι ειδικοί, που εκτιμούσαν ότι η μείωση θα κυμαίνονταν από 1 έως 1,5%.
Ωστόσο, επιπτώσεις δεν υπήρξαν μόνο στην οικονομική ανάπτυξη, αλλά έγιναν φανερές και στον πληθωρισμό. Για το 2010 θα κυμανθεί στο 6-7%, μειωμένος σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά που βρίσκοταν στο 8,8%.
Προβλήματα για τους αγρότες
Πιο έντονο είναι το πρόβλημα στην επαρχία. Οι ιδιοκτήτες μικρών κτηνοτροφικών μονάδων έχουν ξεκινήσει ήδη τη σφαγή των ζώων τους, καθώς δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο κόστος της ζωοτροφής.
Οι μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα καθώς έχουν ακόμη αποθηκευμένη ζωοτροφή από πέρυσι, ενώ χρησιμοποιούν σιτηρά, από τη σημερινή φτωχή σοδιά για να ταΐσουν τις αγελάδες. Το υπουργείο Γεωργίας εκτιμά ότι ο αγροτικός τομέας έχει απώλειες 32,7 δισ. ρουβλίων, καθώς έχει καταστραφεί περισσότερο από το ένα τέταρτο της σοδειάς σιτηρών. Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν, ότι οι ζημίες είναι πολύ μεγαλύτερες, εάν συνυπολογιστούν και άλλοι παράγοντες όπως οι πωλήσεις αγροτικών μηχανημάτων.
Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσίας, Βίκτωρ Ζούμπκωφ δήλωσε ότι οι ρωσικές τράπεζες σχεδιάζουν δάνεια προς των αγροτικό τομέα ύψους 127 δισ. ρουβλίων προκειμένου να βοηθήσουν τον κλάδο.
Πληθωριστικοί παράγοντες
Οι Ρώσοι καταναλωτές νιώθουν ήδη τις επιπτώσεις από τις ακραίες καιρικές συνθήκες και τις συνεπακόλουθες καταστροφές. Παρά την απαγόρευση στην εξαγωγή σιτηρών, προϊόντα όπως ψωμί και γάλα είναι πιο ακριβά σε πολλές περιοχές της Ρωσίας, απ’ ότι ήταν στις αρχές του Αυγούστου. Μάλιστα, στο λιανικό εμπόριο εκτιμούν ότι παρά τις υψηλές τιμές, πολύ σύντομα θα αυξηθεί η ζήτηση προϊόντων που βασίζονται στο σιτάρι, καθώς οι καταναλωτές γνωρίζοντας ότι υπάρχει έλλειψη και η σοδειά ήταν πολύ κακή, θα προσπαθήσουν να αποθηκεύσουν και να δημιουργήσουν σπιτικά αποθέματα.
Η τράπεζα Bank Moskvy επισημαίνει ότι οι τιμές των τροφίμων έχουν πάρει την ανιούσα όχι εξαιτίας της ίδιας της έλλειψης αγροτικών προϊόντων, όσο επειδή οι άνθρωποι φοβούνται την μείωση των διαθέσιμων προϊόντων.
Περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Εν τω μεταξύ, η καταστροφή μπορεί να έχει επιφέρει μία αλλαγή στην πολιτική της κυβέρνησης. Μόλις πριν λίγα χρόνια, ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν έλεγε μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι οι κλιματικές αλλαγές και η υπερθέρμανση του πλανήτη δεν είναι κάτι αρνητικό για τη Ρωσία. Ωστόσο, μόλις αυτό το μήνα ο Β. Πούτιν δήλωνε ότι «αυτή τη χρονιά κατανοήσαμε εδώ στη Ρωσία, ότι το κλιματικό πρόβλημα μας πιέζει κι εμάς». Μεταξύ άλλων, η μεταβολή του τρόπου προσέγγισης των αξιωματούχων σε αυτά τα θέματα θα μπορούσε να σημαίνει περισσότερα χρήματα για τη Ρωσία και τις επιχειρήσεις της.
Η Μόσχα επικύρωσε τη Συνθήκη του Κιότο πριν από έξι χρόνια, όμως έκτοτε δεν υπήρξε πολύ ενεργή στην παγκόσμια αγορά ανταλλαγή και εξαγοράς εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, που καθορίζονται από το πρωτόκολλο. Εάν η Ρωσία πουλήσει τα δικά της ποσοστά, τότε θα μπορούσε ενδεχομένως να φέρει στη χώρα πολλά δισεκατομμύρια δολάρια.
Βραχυπρόθεσμα ωστόσο, όλα τα μάτια είναι στραμμένα στη Σιβηρία, όπου ξεκίνησε η συγκομιδή σιτηρών. Μετά από έναν πολύ κρύο χειμώνα και ένα καλοκαίρι ξηρασίας, η γεωργία στη Ρωσία χρειάζεται κάποια ξεκούραση προκειμένου να επανέλθει στη προηγούμενη κατάσταση.
πηγή: Η Καθημερινή